Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

Άσα Τζένινγκς: Ο Αμερικανός που έσωσε 1.250.000 Έλληνες


90 χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης

Τις μέρες αυτές που η δημόσια τηλεόραση παρουσίαζε εξαιρετικά αφιερώματα με αφορμή τα 90 χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης, (θα πρότεινα να διατεθούν στα σχολειά και να προβάλλονται την ώρα της Ιστορίας του Μικρασιατικού Ελληνισμού, αντί της διδασκαλίας από κάποιους, ελάχιστους, «προοδευτικούς» δασκάλους και καθηγητές), ανάμεσα σε όλα όσα ακούστηκαν με εντυπωσίασε η αναφορά στον Ασα Κ. Τζένιγκς και στην αποφασιστικότητα του χάρις στην οποία σώθηκαν 1.250 000 Έλληνες.
...Σεπτέμβρης του 1922. Τελειώνει ο πόλεμος της Ελλάδας με την Τουρκία. Η Σμύρνη, πόλη όπου κατοικούν οι Τούρκοι-μουσουλμάνοι και  οι Έλληνες ορθόδοξοι. Υπάρχουν δυο μεγάλες Διασπορές – η αρμένικη και η εβραϊκή. 165 χιλιάδες Τούρκοι, 150 χιλιάδες Έλληνες. 25 χιλιάδες Αρμένιοι, 25 χιλιάδες Εβραίοι και 12 χιλιάδες ξένοι – Ιταλοί, Γάλλοι, Βρετανοί, Αμερικανοί.
Στις 8 Σεπτεμβρίου ο ελληνικός στρατός εγκαταλείπει την πόλη, στις 8 οι Τούρκοι μπαίνουν στη Σμύρνη, Αρχίζουν πογκρόμ, ληστείες και δολοφονίες, στις οποίες παίρνουν ενεργό μέρος και οι ντόπιοι Μουσουλμάνοι. Στις 13 Σεπτεμβρίου ξεκινά πυρκαγιά, την φωτιά κατευθύνουν προς τις χριστιανικές συνοικίες, φτιάχνοντας διάδρομο με εύφλεκτα υγρά. Στην προσπάθεια να σωθούν από την πύρινη λέλαπα, οι περισσότεροι Χριστιανοί στοιβάζονται στην προκυμαία. Οι Τούρκοι στρατιώτες περικυκλώνουν την παραλία, αφήνοντας τον κόσμο χωρίς νερό και τροφή. Πολλοί από αυτούς πέθαναν από την πείνα και την δίψα, άλλοι αυτοκτόνησαν, πέφτοντας στη θάλασσα. Για να καλύψουν τις κραυγές των Χριστιανών, έπαιζε ασταμάτητα μια τουρκική μπάντα, και όλα αυτά συνέβαιναν μπροστά στα μάτια του πολεμικού στόλου των Συμμάχων, ο οποίος άραξε στο λιμάνι χωρίς να επεμβαίνει. Δεν κάηκε όλη η πόλη, Η φωτιά δεν άγγιξε την τουρκική συνοικία και τον χώρο του Στάνταρτ Όϊλ. Αργότερα οι Τούρκοι ισχυρίζονταν, ότι την πόλη πυρπόλησαν κάποιοι από τις χριστιανικές μειονότητες. Αλλά η αμερικανική κυβέρνηση επέμενε, ότι η πυρκαγια ξεκίνησε τυχαία, εφόσον οι βρετανικές ασφαλιστικές εταιρίες που είχαν ασφαλίσει την περιουσία των Αμερικανών καπνεμπόρων δεν αποζημίωναν τις ζημιές, που έγιναν εν καιρό πολέμου.
Από τις προκυμαίες έφευγαν οι βάρκες γεμάτες με Έλληνες και Αρμένιους πρόσφυγες, κατευθύνονταν προς τα ξένα πλοία, που παρέμεναν για να υπερασπιστούν και να δεχτούν τους συμπατριώτες τους, αλλά δεν είχαν διαταγές να δεχτούν τους ντόπιους για να μην προσβάλουν τους Τούρκους. Όταν οι βάρκες προσάραζαν στα βρετανικά πολεμικά πλοία και προσπαθούσαν να δέσουν, οι ναύτες έκοβαν τα σκοινιά. Μερικές βάρκες καταποντίστηκαν, τους ανθρώπους τους έριχναν στη θάλασσα και από την προκυμαία, άλλοι προτιμούσαν να πνιγούν κι από μόνοι τους. Κάποιοι προσπαθούσαν να ανέβουν στα πλοία, αλλά οι Άγγλοι τους έλουζαν με καυτό νερό. Οι Ιταλοί, που έμειναν στη θάλασσα της Σμύρνης περισσότερο από τους άλλους, δέχονταν στα πλοία όσους κατάφεραν να τους πλησιάσουν. Οι Γάλλοι δέχονταν μόνο όσους μπορούσαν να προφέρουν στα γαλλικά έστω με κακή προφορά «Είμαι Γάλλος, όλα τα χαρτιά μου κάηκαν.» Σε λίγο τους Αρμένιους καθηγητές περικύκλωσαν πιτσιρίκια και προσπαθούσαν να μάθουν αυτή τη μαγική φράση.
Ο πλοίαρχος του αμερικάνικου αντιτορπιλικού έδιωχνε τα παιδιά, φωνάζοντας: «Μόνο Αμερικάνοι!» Στα πολεμικά πλοία οι ξένοι ναυτικοί παρακολουθούσαν με τα κυάλια τη σφαγή και φωτογράφιζαν. Αργότερα άρχισαν να παίζουν οι μπάντες, στραμμένες προς την προκυμαία.
Όλη τη νύχτα πάνω από το λιμάνι, γεμάτο από ματωμένα και ακρωτηριασμένα πτώματα ακούγονταν οι Παλιάτσοι του Καρούζο. Ένας ναύαρχος καθυστέρησε στο δείπνο σε ένα άλλο πλοίο, όπου ήταν προσκεκλημένος, επειδή στον έλικα του ταχύπλοου του είχε τυλιχθεί ένα γυναικείο πτώμα.
Τη νύχτα η φωτιά φαινόταν πενήντα μίλια μακριά, και την ημέρα ο καπνός εκτεινόταν σαν οροσειρά, και φαινόταν από απόσταση διακοσίων μιλίων.
Ενώ μισό εκατομμύριο κόσμος πέθαινε στην προκυμαία και στο νερό, τα αμερικάνικα και τα βρετανικά φορτηγά πλοία συνέχιζαν να μεταφέρουν καπνό από τη Σμύρνη. Άλλα αμερικάνικα πλοία περίμεναν να φορτώσουν σμυρναΐικα σύκα.
Και στη Λέσβο ετοίμαζε το στόλο του ο πιο ασυνήθιστος «ναύαρχος» στην ιστορία, ο 44χρονος Αμερικανός Άσα Τζένινγκς (1877-1933), καμπούρης με 1.60 μπόι, μεθοδιστής πάστορας, που έφτασε στη Σμύρνη τον Αύγουστο του 1922 απεσταλμένος της Χριστιανικής Ένωσης Νεων (YMCA) και εργαζόταν ως γραμματέας στο τοπικό της παράρτημα. Ήταν παιδί για όλα τα θελήματα παρά την ηλικία του. Με άλλα λόγια, ένας looser.
Όμως ο Τζένινγκς δεν ήταν από τους ανθρώπους, που θεωρούσε, ότι «δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα». Ούτε από εκείνους, που ξεχώριζε τους ανθρώπους σύμφωνα με το θρησκευτικό τους «πιστεύω». Όταν ο ελληνικός στρατός εγκατέλειψε τη Σμύρνη, είχε οργανώσει την Επιτροπή Σωτηρίας και παρείχε ανθρωπιστική βοήθεια στον πληθυσμό. Μετά από την πυρκαγιά η έλλειψη νερού, καυσίμων και γενικώς – της τάξης ταλαιπωρούσε τον κόσμο, και ο Τζένινγκς πήγε στο τουρκικό στρατόπεδο για να συναντήσει τον Κεμάλ. Οι Τούρκοι έδωσαν στον πάστορα επτά ημέρες για να φυγαδέψει από την πόλη τον κόσμο, εκτός τους άνδρες 17-45 ετών, τους οποίους τους περίμεναν τα στρατόπεδα εργασίας.
Ο Τζένινγκς επισκέπτεται τον Γάλλο πλοίαρχο και εισπράττει ένα ηχηρό «όχι», μετά – τον Ιταλό, κι εκείνος συμφωνεί να κάνει ένα ταξίδι στη Λέσβο, με το αζημίωτο, εννοείται. Εκεί ο Τζένινγκς βλέπει 20 άδεια καράβια, τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί για να φυγαδέψουν τα ελληνικά στρατεύματα, και απευθύνεται στους Έλληνες, απαιτώντας να του τα παραχωρήσουν για να φυγαδέψει αυτή τη φορά τον άμαχο πληθυσμό. Στέλνει στην Αθήνα τηλεγράφημα, γράφοντας, ότι αυτά τα πλοία πρέπει επειγόντως να φύγουν για τη Σμύρνη, και υπογράφει – «΄Ασα Τζένινγκς, Αμερικανός πολίτης». Σε μερικά λεπτά έρχεται η απάντηση: «Ποιος ή τί εστί Άσα Τζένινγκς;»
Εκείνος απαντάει, ότι είναι Πρόεδρος της Αμερικανικής Επιτροπής Σωτηρίας στη Λέσβο, χωρίς να διευκρινίζει, ότι είναι ο μοναδικός Αμερικανός στο νησί και ότι δεν υπάρχει καμιά Επιτροπή Σωτηρίας, λέει ψέματα, ότι του δόθηκαν αρμοδιότητες και ότι οι Αμερικανοί τους καλύπτουν, στο τέλος απειλεί. Η Διοίκηση Στρατού του απαντάει με άρνηση και τότε ο Τζένινγκς φτάνει ως τον Πρωθυπουργό και κυριολεκτικά τον βομβαρδίζει με κρυπτογραφημένα τηλεγραφήματα. Μετά από κάμποσες ημέρες η κυβέρνηση του στέλνει επίσης αρνητική απάντηση, φοβούμενη να χάσει τα πλοία της.
Τότε ο Τζένινγκς καταφεύγει σε εκβιασμό και απειλεί να στείλει τηλεγράφημα χωρίς κωδικούς, για να γνωστοποιήσει στην παγκόσμια κοινότητα, ότι η Ελλάδα άφησε να πεθάνουν 300 χιλιάδες πολίτες της. Έστειλε τηλεγράφημα στις τέσσερις το απόγευμα  και ζήτησε να του απαντήσουν εντός δυο ωρών. Η απάντηση ήρθε στην εκπνοή της προθεσμίας.
«Όλα τα πλοία στο Αιγαίο τίθενται στη διάθεσή σας για την κένωση της Σμύρνης».
Του παραχώρησαν 26 πλοία, με τα οποία κατάφερε να βγάλει πάνω από 350.000 άτομα (οι Τούρκοι έδωσαν παράταση μέχρι 11 ημέρες). Ταυτόχρονα έφτασαν εκκλήσεις για βοήθεια και από άλλα λιμάνια, και η ελληνική κυβέρνηση αύξησε τον αριθμό των πλοίων σε 55, ενώ οι Τούρκοι επέτρεψαν να φυγαδεύσει τον κόσμο στη Συρία και από άλλα λιμάνια.
Ένας άγνωστος καμπούρης, ένα παιδί για τα θελήματα στην Χριστιανική Ένωση, έγινε διοικητής όλου του ελληνικού στόλου. Κάνοντας δυο δρομολόγια, ο Τζένινγκς φυγάδεψε 58.000 άτομα. Τα πλοία του αμερικανικού και αγγλικού στόλου άρχισαν επίσης να μεταφέρουν κόσμο, και προς τα τέλη του Οκτώβρη την Τουρκία εγκατέλειψαν 200.000 άτομα. Συνολικά χάρη στην επιχείρηση σωτηρίας σώθηκαν 1.250.000 άνθρωποι
Ο Άσα Τζένινγκς πέθανε το 1933. Λίγοι στην Ελλάδα και την Τουρκία γνωρίζουν το όνομά του. Και δεν υπάρχει ούτε ένα μνημείο, αφιερωμένο στον άνθρωπο, που έσωσε πάνω από το 15% του πληθυσμού της Ελλάδας.

Πηγές: 1. Ίντερνετ, Άσα Τζένινγκς.  2. Roger L. Jennings

Ένα ελάχιστο θυμίαμα στους πρόσφυγες του 1922
Θεόδωρος Ρωμανίδης, Πρόεδρος Συλλόγου Ποντίων Ξάνθης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου