Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Βοήθεια για μαθητές που δεν κάνουν ιδιαίτερα ή δεν πηγαίνουν φροντιστήριο

Η συνεργάτιδα του μπλογκ μας Άννα Λασχαρίδου, φιλόλογος, παραθέτει ένα μικρό κομμάτι με ερμηνευτικά σχόλια  σε κείμενο του Βιζυηνού το οποίο οι μαθητές θα εξεταστούν στις πανελλήνιες.
Αυτή η παραπομπή είναι προς βοήθεια των μαθητών που δεν κάνουν ιδιαίτερα ή φροντιστήριο.
Την ευχαριστούμε πολύ.

Λογοτεχνία Γ Θεωρητικής
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Για το «Αμάρτημα της μητρός μου»
I.          Το διήγημα
      
Στο διήγημα ο Bιζυηνός έδειξε  πως ένιωσε ελεύθερος κατά πολλούς τρόπους: κατ' αρχήν εξ αιτίας των δυνατοτήτων που πρόσφερε το είδος για μια κλιμάκωση δραματική που τόσο τον έλκυε, καθώς και για μια άντληση του αφηγηματικού υλικού του από τις παραδόσεις αλλά και από τις δικές του αναμνήσεις, οι οποίες- παραδόσεις και αναμνήσεις αποτέλεσαν τους δύο πόλους έλξης και δημιουργικούς πυρήνες της τέχνης του. Το διήγημα επίσης, τον έκανε να νιώθει ελεύθερo γιατί δεν υπήρχε πριν απ'  αυτόν μια ελληνική λογοτεχνική διηγηματογραφική παράδοση που θα τον δέσμευε˙ ίσως όμως από αυτό το γεγονός να ξεκινά και ο λόγος για τον οποίο ο Βιζυηνός εγκατέλειψε το διήγημα˙ εξαιτίας του γεγονότος δηλαδή πως έχοντας τη δυνατότητα να κινηθεί τόσο ελεύθερα μέσα σ' αυτό το λογοτεχνικό είδος μπόρεσε ή αφέθηκε να βάλει σ' αυτό μεγάλο μέρος από τον εαυτό του και τη ζωή του, μεγάλο μέρος απ' αυτό που ονομάσαμε "μύθους" της ζωής του.
       Με το διήγημα λοιπόν έκανε αυτό το μεγάλο τόλμημα: τους μύθους της ζωής του, που έως τότε λάνθαναν ή περιστασιακά προέκυπταν μες στο ποιητικό έργο του, να τους κάνει σαφώς προσδιορισμένους μύθoυς του πεζογραφικού έργου του, να τους κάνει δηλαδή μοτίβα πάνω στα οποία. βασίστηκε και αναπτύχθηκε η μυθοπλασία τoυ. Το γεγονός αυτό είχε για το Βιζυηνό τη σημασία ενός διακριτικού και βαθύτατου παραπόνου που έμεινε χωρίς ανταπόκριση˙ κι αυτή η έλλειψη ανταπόκρισης πρέπει να τον έπεισε πως δεν είχε πια σε ποιους ν' απευθυνθεί. Κι επειδή η λογοτεχνική γραφή- είτε  ποιητική είτε πεζογραφική- προϋποθέτει για το Βιζυηνό την παρουσία δεύτερου προσώπου, η απόσυρση ή αφάνεια του προσώπου αυτού αναιρεί και την αιτία ή το κίνητρο γραφής.
(Βαγγ. Αθανασόπουλος, Οι μύθοι της ζωής και το έργο του Γ. Βιζυηνού)
II.        Η γλώσσα
Στην κατηγορία των λογοτεχνών που φέρνουν τη σφραγίδα της θείας δωρεάς ανήκει και. ο Βιζυηνός. Μόνο που ο Βιζυηνός υπήρξε σε όλη του τη ζωή ένας επαμφορτερίζων. Με το νου και. με την καρδιά είναι ένας δημοτικιστής, όπως δείχνει και το πεζογράφημά του "Διατί η μηλιά δεν έγινε μηλέα", αλλά στην πράξη προτιμά την καθαρεύουσα. Σ' αυτή την αμφίρροπη στάση βασικά επηρεαζόταν και από τη διπλή του ιδιότητα, αυτή του λογοτέχνη και του επιστήμονα. Η θέση του απέναντι στο γλωσσικό πρόβλημα είναι ξεκαθαρισμένη: θεωρητικά υπέρμαχος της δημοτικής, στην πράξη όμως ένα μετριοπαθής καθαρευουσιάνος.
Τα διηγήματά του είναι γραμμένα σε μιαν απλούστερη, κομψή και σχετικά θερμή καθαρεύουσα. Συχνά όμως η αφήγηση αποβάλλει κι αυτόν τον μετριοπαθή καθωσπρεπισμό και πλησιάζει το λόγο της καθημερινής ζωής. Αυτό συμβαίνει σ' εκείνα τα πεζογραφήματα που η αφήγηση δεν είναι στατική αλλά υπάρχει πυκνή δράση και διάλογος. Σε τέτοιες ακριβώς στιγμές είναι που η καθαρεύουσα παθαίνει καθίζηση και τα διάφορα πρόσωπα είναι απλοί άνθρωποι που εκφράζονται με τη γλώσσα του δικού τους περιβάλλοντος.
Παρατηρείται όμως και το αντίθετο: τα λόγια δηλαδή των απλών ανθρώπων να ευπρεπίζονται "επί το καθαρότερον". Ωστόσο και η γλώσσα αυτή έχει τη δική της γοητεία. Ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι τα πεζογραφήματα του Βιζυηνού δεν εξαντλούνται μέσα στις περιγραφικές τους δυνατότητες αλλά επεκτείνονται μέσα στην ανθρώπινη ψυχή.
Πολλές φορές επίσης η γλώσσα του Βιζυηνού διανθίζεται με ευφυολογήματα που θυμίζουν έντονα Ροΐδη, χωρίς όμως να έχουν ούτε την τολμηρότητα των αντιθέσεων, ούτε το δηκτικό του σαρκασμό.
(Κ. Μητσάκης,
Πορεία μέσα στο χρόνο, ο.π, σσ.105-107)

III.       Το αυτοβιογραφικό στοιχείο
    
Πραγματικά, πέρα απ' αυτήν την πρώτη ύλη του βιώματος, αρχίζει η τέχνη της αφήγησης και της πλοκής. Γιατί ο Βιζυηνός δεν περιορίζεται' στο αυτοβιογραφικό στοιχείο. Χρησιμοποιεί συνήθως το πρώτο πρόσωπο, επειδή, όπως πιστεύει κι ο Απόστολος Σαχίνης, τον χρειάζεται «ένας τρόπος εκφραστικής αμεσότητας ένας τρόπος προσωπικής, συναισθηματικής συμμετοχής». Σκοπός του δεν είναι ν' αυτοβιογραφηθεί και ν' αφηγηθεί τα ατομικά και οικογενειακά του παθήματα, αλλά να συνθέσει έργα ικανά να δώσουν μια εικόνα του ανθρώπινου δράματος, όπου ο μύθος, η πλοκή και τα πρόσωπα να κινούνται και να συμπλέκονται με τη δύναμη του μοιραίου. Ιδιαίτερα πρέπει γα εξαρθεί η δραματική συχνότητα και οι επεμβάσεις της μοίρας, που φέρνουν τους χαρακτήρες αντιμέτωπους, καθώς από το ένα, το αρχικό μοιραίο γεγονός προκύπτουν στη συνέχεια άλλες δραματικές συνέπειες.
            Η καταφυγή του σε αυτoβιoγραφικό υλικό θα μπορούσε, επίσης, να αποτελεί εκδήλωση της προσπάθειας του για διατήρηση κάποιων στοιχείων από το παρελθόν του και για την αναζήτηση ανάμεσα σ' αυτά κάποιων βασικών στοιχείων της ύπαρξής του. Θα μπορούσε ακόμη να αποτελεί ένδειξη πιθανής ευχαρίστησης τον συγγραφέα να μιλά για τη ζωή του. Πέρα, όμως, από όλους αυτούς τους λόγους της καταφυγής του Βιζυηνού σε αυτοβιογραφικό αφηγηματικό υλικό, την κυριότερη σχετική αιτία αποτελεί η ανάγκη του να διαθέτει η διήγησή του μια πραγματολογική διάσταση.
            Η αναζήτηση προσωπικών μύθων στο Βιζυηνό έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί αυτοί αντανακλούν τις ψυχολογικές συγκρούσεις. Οι προσωπικοί μύθοι έτσι γίνονται πιο διαφωτιστικοί σε ό,τι αφορά τις αιτίες ή τις συνθήκες δημιουργίας του πεζογραφικού έργου του Βιζυηνού, καθώς και τις αιτίες ή τις συνθήκες διακοπής αυτής της δημιουργίας. Ωστόσο, ο συγγραφέας δεν κατασκεύασε με το έργο του μύθους˙ αντίθετα, κατά τη συγκρότησή αυτού κατά βάση καταφεύγει σ' έναν προσωπικά υπαρκτό κόσμο. Αυτό είναι απόρροια της προσπάθειας του να υλοποιήσει μέσα στη ζωή του κάποιους μύθους καθώς και του γεγονότος πως η λογοτεχνία ουσιαστικά υπήρξε ένα μέσο υπηρέτησης αυτών των μύθων της ζωής του. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο το έργο του Βιζυηνού διαθέτει μια έντονη πραγματολογική διάσταση που ξεκινά από την περισσότερο / λιγότερο μακρινή ανάμνηση και συχνά επεκτείνεται στην  περιοχή της επιστήμης ή των λαϊκών παραδόσεων.
IV.       Στοιχεία αφήγησης
Η αφηγηματική προοπτική του Βιζυηνού χαρακτηρίστηκε ως η περιπλοκότερη και εσωτερικότερη στο πέρασμα από την ιστοριογραφία στον αφηγηματικό λόγο. Η οπτική του γωνία είναι ιδιάζουσα γιατί η πλοκή των περισσοτέρων διηγημάτων του είναι μοναδική. Ο Bιζυηνός είναι ο πρώτος νεοέλληνας πεζoγράφoς που βασίζει την πλοκή του στο αίνιγμα και το στοιχείο αυτό μαζί με το χρονικό ανάπτυγμά της έδωσαν την ευκαιρία σε αρκετούς, να υποστηρίξουν ότι τα διηγήματά του έχουν τις προϋποθέσεις μυθιστορήματος. Πολύ δύσκολα θα ξαναβρούμε  στην ελληνική πρόζα πλοκή σαν του Βιζυηνού που να εκμεταλλεύεται τόσο καλά την εσωτερική εστίαση και αυτό γιατί το κυρίαρχο μοvτέλο οργάνωσης της δράσης σε αρκετές νουβέλες και διηγήματα είναι τελείως διαφορετικό. Βασίζεται στην τριμερή διάταξη των συμβάντων ακολουθώντας το σχήμα: αρχική κατάσταση  ανατροπή της  νέα κατάσταση, παρά στο αίνιγμα ή στην απορία.
(Δημ. Τζιόβας,
Το παλίμψηστο της ελληνικής αφήγησης,
Εκδ. Οδυσσέας, 1993, σσ.49-50)
Μελετώντας αυτή  την αφηγηματική προοπτική στα διηγήματα του Βιζυηνού, ο Massimo Peri υποστηρίζει ότι ο αφηγητής σε πρώτο πρόσωπο βάζει συχνά κάποιους περιορισμούς στον εαυτό του αποσιωπώντας τις πληροφορίες που απέκτησε εκ των υστέρων και δίνοντας μας μόνο τις πληροφορίες που είχε κατά τη στιγμή της δράσης.
Η χωροχρoνική  απόσταση, ιδιαίτερα στην ελληνική ηθογραφία, ανάμεσα στο συγγραφέα και το θέμα του ενέχει δυνάμει διαλογικό χαρακτήρα καθώς στην περίπτωση των συγγραφέων που ζούσαν στο εξωτερικό, ο λογοτέχνης λειτουργούσε ως ανταποκριτής και μεσολαβητής στο διάλογο ή στη διαμάχη εσωτερικού και εξωτερικού, μητρόπολης και επαρχίας, χωρικών και λογίων, αγροτικού και αστικού τρόπου ζωής. Διάλογος που μεταφέρεται και στον ίδιο τους τον εαυτό, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση του Βιζυηνού, ανάμεσα στο συγγραφέα / αφηγητή ως ενήλικα και πεπαιδευμένο που εκφράζεται στην καθαρεύουσα και στην παιδική ή εφηβική του ηλικία που αναπαρίσταται μέσω της δημοτικής των διαλόγων. Αυτή η ιδιότυπη διγλωσσία αποκαλύπτει ένα συγ-γραφικό-αφηγηματικό υποκείμενο διαλογικά διαμορφωμένο μέσα από τη συνύπαρξη ή την αντιπαλότητα διαφoρετικών φωνών, χώρων, τρόπων ζωής και αναμνήσεων.
Ο αφηγηματικός χρόνος δεν ταυτίζεται - και δεν πρέπει να συγχέεται-  με το χρόνο της υπόθεσης. Ο πρώτος κατανέμεται σε πολυσέλιδα, αν κι όχι ισομεγέθη, αφηγηματικά κείμενα˙ ο δεύτερος παρουσιάζει αξιοσημείωτη ποικιλία, έτσι ώστε μπορεί να καλύπτει ένα διήμερο (¨"Το μόνον της ζωής του ταξίδιον"), λίγες μέρες ("Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως") ή και ολόκληρα χρόνια ("Το αμάρτημα της μητρός μου")

V.        Η περιγραφή και αναδρομική αφήγηση
Θα ήταν λάθος οι περιγραφές στα διηγήματα του Βιζυηνού ν' αντιμετωπιστούν σαν διακοσμητικές παρενθέσεις ή σαν συνειδητά ξεστρατίσματα προορισμένα να καθυστερήσουν την αφήγηση. Δεν αποτελούν παρέμβλητα "ξένα σώματα" αλλά οργανικά μέρη του κειμένου και της αφήγησης. Ο ρόλος τους είναι πολλαπλός: να συμπληρώνουν τα κενά, να δημιουργούν αντιθέσεις, να εντείνουν τις δραματικές καταστάσεις και να στήνουν μυστικές γέφυρες ανάμεσα στους ανθρώπους και στα πράγματα.

VI.       «Το αμάρτημα της μητρός μου» 
Επιπλέον στοιχεία που θα μπορούσαν να δοθούν για το συγκεκριμένο κείμενο είναι:
           
Λόγω της κτητικής αντωνυμίας στον τίτλο, της πρωτοπρόσωπης αφήγησης και των ονομάτων τόσο του αφηγητή, όσο και της μητέρας δίνεται  η εντύπωση αυτοβιογραφικού κειμένου. Η αφήγηση ανελίσσεται μέσα από το διάλογο του αφηγητή και της μητέρας του της  οποίας ο λόγος είναι το αντικείμενο  του αφηγητή˙ τον λόγο αυτόν ο ίδιος ο αφηγητής δεν μπορεί να τον εξηγήσει αντικειμενικά ή να τον παρατηρήσει εκ των έξω, αλλά βρίσκεται σε κριτική απόσταση και συναισθηματική εξάρτηση απ' αυτόν. Η αφηγηματική δομή είναι δυαδική, εφόσον ο αφηγητής και η μητέρα του είναι τα μόνα πρόσωπα με αφηγηματικές λειτουργίες στο κείμενο, και προσφέρει δύο δυνατότητες εισόδου: από την οπτική γωνία του αφηγητή και από την οπτική γωνία της μητέρας. Η οπτική γωνία του πρώτου αλλάζει στην πορεία του διηγήματος ενώ της μητέρας παραμένει σταθερή.
            Αντιθετικά ζεύγη υπάρχουν στο διήγημα, στην πρώτη κιόλας σελίδα, που καθορίζουν το νόημά του:
α) ενικός - πληθυντικός αριθμός
β) το κορίτσι - τα αγόρια
γ) ο νεκρός πατέρα - τα ζωντανά μέλη της οικογένειάς του
δ) το συναίσθημα - οι πράξεις
ε) η γνώση - οι απορίες
Τα πέντε αυτά ζεύγη θα οριοθετήσουν την αναζήτηση του νοήματος, δηλαδή τον προσδιορισμό του αμαρτήματος.
            Στο πρώτο μέρος του διηγήματος ο λόγος του αφηγητή περιστρέφεται γύρω από την αδερφή του, την Αννιώ. Στο δεύτερο μέρος ο αφηγητής ασχολείται με το λόγο της μητέρας του γύρω από την πρώτη της κόρη, την Αννιώ. Η χρονικά πρότερη εμπειρία της ιστoρίας παρουσιάζεται μετά τη χρονικά ύστερη ("ανάνηψη" κατά Genette) Όμως ο αναχρονισμός αυτός λειτουργεί ερμηνευτικά. ως προς τον αναγνώστη, διότι του δείχνει. ότι ο λόγος του αφηγητή της πρωτοπρόσωπης αφήγησης έχει διαμορφωθεί με βάση την  πλάνη κι ο αναγνώστης καλείται να βρει ο ίδιος ποιος είναι αξιόπιστος και να μην αρκείται στις συμβάσεις.
            Το αμάρτημα ορίζεται ως παράβαση του ηθικού ή του θείου νόμου Στο διήγημα η μητέρα αναφέρεται στην αμαρτία της, όταν εξηγεί στον αφηγητή πως, συνέβη το γεγονός. Η αμέλειά της οδήγησε στο θάνατο του παιδιού της, διότι παρέβη τον ηθικό νόμο που καθορίζει τα μητρικά της καθήκoντα. Aυτό (δηλ. ο θάνατος του βρέφους) είναι το αμάρτημα της μητέρας, ή μάλλoν το πρώτο της αμάρτημα στο χρόνο της ιστορίας. . Είναι όμως το δεύτερό της αμάρτημα στο χρόνο και στο χώρο της αφήγησης! Η εκπεφρασμένη της επιθυμία να "πάρει" ο θεός τ' αγόρια και "ν' αφήσει" το κορίτσι συνιστά αναμφίβολα αμάρτημα. Κατά συνέπεια το δεύτερο, ως προς τον ιστορικό χρόνο, αμάρτημα είναι το πρώτο ως προς τον αφηγηματικό, διότι μόνο έτσι γίνεται σαφής η σημασία της επιθυμίας ως συστατικού στοιχείου της αφήγησης.
«Αφηγηματικοί τρόποι ονομάζονται τα συστατικά στοιχεία που συναποτελούν μιαν αφήγηση.
α) Έκθεση• είναι η αφήγηση γεγονότων και πράξεων
β) Διάλογος• το μέρος της αφήγησης, στο οποίο δύο ή περισσότερα πρόσωπα της αφήγησης παρουσιάζονται συνδιαλεγόμενα σε ευθύ λόγο
γ) Περιγραφή• είναι η αναπαράσταση (του εξωτερικού) προσώπων, τόπων και αντικειμένων εκ μέρους του αφηγητή σε τρίτο πρόσωπο

δ) Σχόλιο• είναι η μετά από μια διακοπή της αφήγησης (έκθεσης, περιγραφής, διαλόγου) παρεμβολή σχολίων, σκέψεων, γνωμών ή και ολόκληρων μικρών διατριβών του αφηγητή ...»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου